Επειδή τελευταία σας εχω κουράσει, σκέφτηκα να σας ξεκουράσω με το δεύτερο παραμυθάκι μου που γράφτηκε χρονικά εκεί κοντά με την μωβ πεταλούδα!
Το αφιερώνω στην φίλη μου Κατερίνα, νέα φίλη στα σχόλια, αλλα όχι καινούργια στη καρδιά μου, ίσως μια μέρα περπατώντας στη γειτονιά μας,αντικρύσει τον αρκούδο, που μου έδωσε την ιδέα.
Ο ΑΡΚΟΥΔΟΣ ΜΕ ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ
ΚΑΣΚΟΛ
Η νονά του τού είχε χαρίσει ένα τεράστιο
λούτρινο αρκούδο.
Είχε δυο τεράστια μάτια με χρώματα καφέ
μαύρο και άσπρο σαν μικρά αυγουλάκια ,
τοξωτά φρύδια και μια καφέ μυτερή μυτούλα
σε ένα τριγωνικό θαρρείς
κεφάλι. Και δύο αυτιά
που έπεφταν πάνω από το
κεφάλι του σαν να
ήταν λυπημένος!
Αλλά πώς να μην ήταν
λυπημένος αφού το
παιδάκι τον είχε βγάλει στο
μεγάλο μπαλκόνι
γιατί μέσα στο σπίτι δεν
χωρούσε πουθενά!
Ήταν τόσο λυπημένος.
Τα ποδαράκια του απαλά σαν
μικρά
μαξιλαράκια ,στις πατούσες
τα νυχάκια του
σχηματίζονταν από τρείς κόκκινες καρδούλες
σαν μάτια και στόμα σε
χαρούμενο πρόσωπο.
Αλλά βέβαια, αυτός δεν
μπορούσε να δει τις
πατούσες του και να χαρεί.
Είχε γείρει από το βάρος και
τη θλίψη το κεφάλι
του και το ακουμπούσε στη
παχιά κοιλιά του.
Η κοιλιά του! Α! Η κοιλιά
του!
Μα αυτή από μόνη της ήταν
ένα μεγάλο
μαξιλάρι. Μια αφράτη
πολυθρόνα που
μπορούσε να ξεκουράζει μικρούς και μεγάλους.
Αλλά δεν το είχαν σκεφτεί.
Κι έτσι έμεινε συνεχώς
σκυμμένος μέσα στο τεράστιο
μπαλκόνι.
Μια μέρα , ο αέρας τον
αναποδογύρισε…
Βέβαια φορούσε κι ένα
κόκκινο πλεκτό κασκόλ.
Όχι , δεν το φορούσε για το
κρύο. Έτσι , αλλά
ήταν πολύ όμορφο και
ταίριαζε με τις πατούσες
του.
Αλλά είπαμε, ο αρκούδος δεν μπορούσε να τις
δει.
Όμως έτσι όπως τον
αναποδογύρισε ο αέρας
βρέθηκε να κοιτάζει το
δρόμο.
-Τι όμορφος μαμά!
-Δες μπαμπά ένα τεράστιο
αρκούδο!
Και όλοι χαιρόντουσαν που έβλεπαν τον
αρκούδο στο μπαλκόνι.
Και τότε ο αρκούδος ήταν σαν
να κατάλαβε!
Έδινε χαρά σε όλους τους
περαστικούς.
Σήκωσε με περηφάνια το
χοντρό του σώμα,
ύψωσε το τριγωνικό κεφάλι
του και τα αυτιά ,
ναι , τα αυτιά του ήταν σαν
να πετάχτηκαν πίσω
από μεγάλη χαρά!
Ένοιωθε πολύ όμορφα!
Ω! Τι όμορφα είναι σ ΄ αυτό το τεράστιο
μπαλκόνι!
Θα αρχίσω να αποκτώ φίλους!
-Φίλους! σκέφτηκε…. Φίλους!
Ω! πώς δεν το
είχα σκεφτεί τόσους μήνες κι
ένοιωθα μοναξιά…
Δεν ήμουν παρατημένος.
Ίσως να με είχαν βάλει εδώ
στο μπαλκόνι
ακριβώς για να μη νοιώθω
μοναξιά. Τί όμορφο
να έχεις φίλους!
Άνθρωποι απ ΄ όλες τις
ηλικίες, παιδιά, μικροί
και μεγάλοι ΄ όλοι του
έριχναν μια συμπαθητική
ματιά και από μέσα τους
άνθιζε ένα όμορφο
χαμόγελο.
Μα αυτό δεν θέλουμε από τη
ζωή; Ένα μικρό
χαμόγελο.
Τι όμορφα ένοιωθε!
Α, αν θελήσουν νε με πάρουν
τον χειμώνα μέσα
στο σπίτι , κοντά στο τζάκι
να ζεσταθώ, εγώ θα
ζητήσω να με αφήσουν στο
μπαλκόνι!
Είναι τόσο όμορφα εδώ!
Κάποιες φορές θα έχω παρέα
τον
χιονάνθρωπο.
Διαφορετικούς χιονανθρώπους .
Γιατί οι χιονάνθρωποι λιώνουν.
Όμως εγώ είμαι ένας
αρκούδος!
Είμαι ένας ευτυχισμένος
αρκούδος!